ἐμπυρίζομαι

ἐμπυρίζομαι
ἐμπυρίζω
yiša
pres ind mp 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • εμπυρίζω — ἐμπυρίζω (AM) 1. εμπυρεύω, πυρπολώ, καίω 2. (αμτβ.) καίγομαι, φλέγομαι, πυρπολούμαι 3. μέσ. εμπυρίζομαι παίρνω φωτιά, αναφλέγομαι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”